Φ
ορτώνοντας την φωτογραφική μου μηχανή αναρωτιέμαι συχνά, πόσο καλά γνωρίζω τον τόπο που κατοικώ και κατηφορίζω στο κέντρο άλλοτε με χαμόγελο κι άλλοτε σκυθρωπός, ελπίζοντας  και πάλι να ξανασυστηθώ  με την Αθήνα μαθαίνοντας λίγα ακόμα απ' τα μυστικά της.


 Είναι μια περίεργη συνάντηση που θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει το άγχος του πρώτου ραντεβού, εκεί που θες να είσαι για μια ακόμη φορά συνεπής απέναντι στον εαυτό σου, μα και απέναντι στις προσδοκίες που έχεις γι αυτό που πρόκειται να συναντήσεις. Όταν λοιπόν μια βόλτα (και δη φωτογραφική) συνοδεύεται από συναισθηματική φόρτιση, είτε θετική είτε αρνητική, η όλη διαδικασία καθίσταται σαν μια ιεροτελεστία που πρέπει να ακολουθηθεί πιστά.
  Όταν εξαφανίζομαι είναι κοινό μυστικό, για τους ανθρώπους που με ξέρουν, το που βρίσκομαι και απλά έχουν να διαλέξουν ανάμεσα στα μέρη που φαντάζουν  οάσεις στην σκληρή μας πόλη. Στην "βαριά" Ακρόπολη, το ιδανικό για χαλαρό περπάτημα Θησείο, την πολυπολιτισμική πλατεία και αγορά στο Μοναστηράκι, στην βγαλμένη από περασμένες και περήφανες δεκαετίες Πλάκα, στα Αναφιώτικα που θαρρείς πως κάποιο μεγάλο κύμα απ' την Ανάφη τα ξέβρασε εκεί, στου Ψυρρή που μυρίζεις ναργιλέδες και ζεστά κουλούρια μέρα νύχτα, στα Πετράλωνα με τα υπέροχα καφενεία, στην μοναδική θέα του Φιλοπάππου,  στα κρυφά παγκάκια του Λυκαβηττού, και στα Εξάρχεια που κρύβουν κάτι από τον εαυτό μας ανάμεσα σε καταλήψεις, στέκια και βιβλία. Σε κάθε γραφική γειτονιά αυτής της πόλης.
 Είναι όμως εντυπωσιακό πως κάθε φορά αυτά τα μέρη έχουν να σου δώσουν και διαφορετικές εικόνες, και διαφορετικά ερεθίσματα. Νιώθεις σαν να μπορούν οι ίδιοι δρόμοι που πάντα περπατούσες να σε οδηγήσουν σε νέα μονοπάτια, λες και πλέον αναγνωρίζουν τον οικείο βηματισμό σου και χαίρονται για την παρουσία σου, λες και την αποζητούσαν καιρό. Σαν ανθρώπινες ψυχές αυτά τα στενά που εναγωνίως ψάχνουν κάποιον ξεχωριστό να τα κατανοήσει και να δει βαθύτερα απ' ότι το πλήθος καθημερινά βλέπει και αγνοεί .Ακόμα και οι άνθρωποι που σε κοιτούσαν καχύποπτα στις αρχές, απορώντας με την τρέλα σου να γυρίζεις στα στενά τους , σε έμαθαν κι αυτοί και πότε πότε σου χαρίζουν ένα ζεστό χαμόγελο και μια καλημέρα.
 Ένας τουρίστας στην ίδια του την πόλη, χαμένος σε αυτή δίχως κάποιο προορισμό για αυτοσκοπό. Όπως τότε, κάτω από τον Παρθενώνα, που είχα πάρει στο κατόπι ένα γκρούπ Ιταλών για να ακούσω την ξεναγό τους να τους μιλά για την ιστορία του "Ιερού Βράχου" ,κι ας ήξερα ήδη όλα όσα έλεγε. Και τότε που παρέα με έναν φίλο ψάχναμε ένα υπόγειο βιβλιοπωλείο που έκλεινε και  πουλούσε 1ευρω τα βιβλία, και που δώσαμε όλα μας τα λεφτά εκεί και όταν το συνειδητοποιήσαμε ήταν πολύ αργά για να βρούμε λεφτά να πληρώσουμε τα σουβλάκια. Τα είχαμε φάει σε γνωστό σουβλατζίδικο στο Μοναστηράκι και τρέχαμε μετά σαν παλαβοί με την τελευταία μπουκιά στο χέρι, ενώ μας κυνηγούσαν οι μαγαζάτορες .
  Κι αν θυμάσαι τότε που για πρώτη φορά σε πήγα να δεις αυτά τα μέρη που δεν είχες ξαναδεί και στα παρουσίαζα σαν να σε ξεναγούσα στο σπίτι μου, και σου άρεσαν τόσο πολύ που ζητούσες ξανά και ξανά να πάμε εκεί για να γνωρίσεις κι άλλα, με μια πλεονεξία λες και δεν υπήρχε αύριο. Θυμάσαι που ήθελες να τα μάθεις όλα τόσο γρήγορα κι εγώ απορούσα τόσο πολύ, που δεν απολάμβανες την κάθε στιγμή όπως θα της άξιζε;
Και τότε που δεν μιλούσαμε πια και σε πέτυχα εκεί με κάποιον άλλο να του δείχνεις όλα όσα σου είχα μάθει, θυμάσαι?
 Ίσως να μην το θυμάσαι, αλλά σίγουρα ποτέ δεν θα ξεχάσεις εκείνη την μέρα στα Εξάρχεια που μ' ένα σπρέι είχαμε γράψει σ 'ένα τοίχο ένα στίχο απ' την ζωή μας, κάπου ψηλά για να μην το σβήσει κανείς:
" Με σκέψεις ακαθόριστες 
και διαδρομές απροσδιόριστες
βαδίσαμε μαζί έως εδώ.
Ίσως το αύριο μας ταξιδέψει μακριά, 
ίσως και πουθενά...
Οι αναμνήσεις  όμως, πάντα θα 
αποτελούν 
ότι πιο δυνατό  μας ενώνει! "

Λες και το ξέραμε.
Θυμάσαι?

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου