Η
 ιστορία αυτή, όπως κάθε ιστορία σαν και αυτή, ξεκινά από πολύ παλιά, όταν ακόμα ήμασταν μικρά παιδιά.

Τότε που διαλέγαμε τους φίλους μας με τα πιο αθώα και αγνά κριτήρια. Ένα παιχνίδι, ένα χαμόγελο, λίγο να μας μοιάζουν και είχαμε κιόλας έτοιμα όλα τα απαραίτητα συστατικά για να δημιουργήσουμε τις πρώτες φιλίες. Κάποιες εξ αυτών μάλιστα,  έμελε να κρατήσουν για χρόνια και δίχως να το καταλάβουμε τα μικρά τότε παιδιά έγιναν μεγάλοι άνθρωποι που μοιράζονται χαρές και φόβους. Έτσι λοιπόν, στο πέρασμα του χρόνου, μέσα από κοινές εμπειρίες και βιώματα από δύσκολες, μα και χαρούμενες στιγμές της καθημερινότητας γεννάται ένας ισχυρός συναισθηματικός δεσμός με κυριότερο φόντο το παρελθόν μας.
 Σαφώς και μέσα από τις γραμμές αυτές εξετάζουμε μια κατηγορία και όχι καθεαυτή την έννοια της φιλία, που θα μπορούσε άλλωστε να προκύψει με χίλιους δυο τρόπους.
 Όμως ποιος είναι τελικά ο πραγματικός ρόλος του φίλου?
Αν αποκοπούμε μόλις για λίγο από τον συναισθηματικό δεσμό που μας ενώνει με τους ανθρώπους που μεγαλώσαμε μαζί, συνειδητοποιούμε πράγματα που ενδεχομένως πάντα μέσα μας να ξέραμε μα φοβόμασταν να ομολογήσουμε. Είναι δεδομένο πως στο πέρασμα του χρόνου οι άνθρωποι αλλάζουν, ιδίως όταν μιλάμε για τις εφηβικές ηλικίες, και φτάνει κάποια στιγμή που νιώθουμε πως έχουμε απέναντί μας ανθρώπους που δεν μπορούν να κατανοήσουν τους προβληματισμούς και τις ανάγκες μας. Το σκληρότερο σε αυτό το συναίσθημα είναι πως περιμέναμε σαν κάτι δεδομένο την κατανόηση αυτή κι όταν εν τέλει δεν έρχεται κατακερματίζονται αλλεπάλληλα συναισθήματα που μέχρι σήμερα βασίζονταν σε μια εσφαλμένη εικόνα που μόνοι μας είχαμε πλάσει.
 Ακόμα και τότε όμως η αντίδρασή μας δημιουργεί μια τρομακτική παθογένεια που βασίζεται κυρίως στον φόβο της αποδοχής της αλήθειας, και στο φόβο μιας επικείμενης μοναξιάς. Κρατάμε μια αμυντική στάση κλειδώνοντας σκέψεις και προβληματισμούς μέσα μας επιλέγοντας συνειδητά να συνεχίσουμε να έχουμε μια καθαρά επιφανειακή σχέση. Όμως το να επιλέγεις να μην μοιράζεσαι συναισθήματα με φίλους (ακόμα κι αν οι λόγοι που το κάνεις είναι βάσιμοι) είναι κάτι που θα σε καταβάλει ψυχολογικά και τελικώς θα γίνεται αντιληπτό όταν δεν είσαι καλά.
 Το επόμενο στάδιο είναι η ερώτηση που σιχαίνεται κάθε άνθρωπος που περνάει δύσκολες στιγμές και νιώθει καταβεβλημένος. "Τι έχεις?". Μια ερώτηση που τίθεται από τους γύρω σου, με καλοσύνη μεν, αλλά και με τόση αφέλεια που ενδεχομένως να είναι ισάξια σε μέγεθος με την αφέλεια που κρύβει το πρόσωπό τους όταν τελικώς περιμένουν μια ειλικρινή απάντηση. Πάντως συχνά μου γεννούσε ερωτηματικά , ενδεχομένως λόγω χαρακτήρα και ιδιοσυγκρασίας, η πεποίθηση των ανθρώπων (ακόμα και των φίλων) ότι μπορούν να κατανοήσουν και να αποσπάσουν από τους άλλους "απαντήσεις" με μια απλή ερώτηση. Το να κάνεις έναν άνθρωπο να σου ανοιχτεί, είναι μια μυσταγωγία μια διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί πιστά και προσεχτικά σαν να βρισκόμασταν σε μια εξαιρετικά δύσκολη χειρουργική επέμβαση. Όταν πρόκειται ένας άνθρωπος να γίνει ευάλωτος, να ρίξει τις άμυνες του για να εξομολογηθεί σκέψεις, τότε σίγουρα δεν είναι μια εύκολη πράξη. Δεν αρκεί η ταμπέλα "φίλος" για να συμβεί αυτό, χρειάζεται σ' αυτή την τελετή να είστε και οι δύο πιστοί σε αυτό που πρόκειται να συμβεί, χρειάζεται ο δέκτης να δείχνει τόσο ευάλωτος και προσηλωμένος όσο και ο πομπός.
 Πάντα βέβαια υπάρχουν και οι άνθρωποι που επιλέγουν στην ζωή τους να πορεύονται στην σιωπή μην μπορώντας να βρουν τον τρόπο να εκφραστούν. Υπάρχουν κι αυτοί που, με έναν μαγικό τρόπο, τα λένε όλα από μόνοι τους δίχως να τους ρωτήσεις, δίχως να διστάσουν και καμιά φορά δίχως να σε ξέρουν καν, δημιουργώντας σου ένα κρύο ρίγος  με την αμηχανία που σε υποβάλλουν. Υπάρχουν πολλές κατηγορίες, όπως αυτοί που τους κάνουν όλους στην άκρη γιατί σε αυτά που νιώθουν δεν δέχονται να κάνουν εκπτώσεις, και μετά τρίβουν στα μούτρα τους την "ακριβή" τους μοναξιά, ξέροντας μέσα τους πως έκαναν τη σωστή επιλογή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου